Με την ταινία Να Με Φωνάζεις Με Τ’ Ονομά Σου σε σκηνοθεσία Λούκα Γκουαντανίνο συνεχίζονται οι προβολές της κινηματογραφικής κοινότητας του ΔΟΕΠΑΠ-ΔΗΠΕΘΕ του Δήμου Βόλου.
Τέσσερις οσκαρικές υποψηφιότητες για ένα ευαίσθητο και κομψό βισκοντικό δράμα πάνω στο τέλος της αθωότητας, την απελευθερωτική δύναμη της επιθυμίας και την αμφίσημη σχέση ζωής και τέχνης.
Στη βόρεια Ιταλία των αρχών του ’80, ο δεκαεπτάχρονος Έλιο, παιδί διανοούμενων ακαδημαϊκών, αναπτύσσει μια σχέση με τον Αμερικανό Όλιβερ που βοηθά τον πατέρα του στην έρευνά του. Οι δυο τους γίνονται αχώριστοι και παρόλο που κάποια στιγμή ο Όλιβερ πρέπει να επιστρέψει στην Αμερική, αυτή είναι η πρώτη αγάπη του Έλιο και θα μείνει στην καρδιά και στο μυαλό του για πάντα.
το Μυστήριο του Έρωτα, που τραγουδάει και ο Σουφγιάν Στίβενς στην ταινία: το να αποκαλείς τον εραστή ή την ερωμένη με το όνομά σου ίσως και να είναι η τέλεια ώσμωση, το ύστατο αγκάλιασμα του άλλου με τον εαυτό σου, αυτό το ενοχλητικό Εγώ που πάντα μπαίνει εμπόδιο στην ασυνθηκολόγητη αγάπη και εξοστρακίζει την άνευ όρων παράδοση. Την τυπική έννοια της πολυκύμαντης σχέσης επιθυμεί να καταλύσει σκηνοθετικά ο Λούκα Γκουαντανίνο και θριαμβεύει σε ένα από τα ωραιότερα και ρευστότερα love stories που έχουμε δει στο σινεμά. Η γνωριμία του 17χρονου Έλιο, Αμερικανο-ιταλο-γάλλου γιου δύο διανοουμένων εβραϊκής καταγωγής, κάπου στη Βόρεια Ιταλία, το καλοκαίρι του 1983, με τον γοητευτικό και αινιγματικό Αμερικανό φοιτητή Αρχαιολογίας Όλιβερ, ο οποίος έχει έρθει ως προσκεκλημένος του πατέρα του Έλιο, εξελίσσεται σε ένα αναπάντεχο ρομάντσο, καθώς ο νεαρός φλερτάρει διστακτικά μια συνομήλική του και ο ευγενής «εισβολέας» αρχικά δεν δείχνει να ενδιαφέρεται ‒ παρατηρεί, ωστόσο, και βρίσκεται πάντα τριγύρω, σχολιάζοντας καίρια. Ο «οίκος των Πέρλμαν», μια οικογένεια διακριτικών Εβραίων, όπως παρατηρεί ο γόνος Έλιο, πιανίστας και πολύγλωσσος, αν και απαθής ως κλασικός έφηβος, προτείνει ένα φιλότεχνο περιβάλλον αισθησιασμού, με το σεξ να έχει σβήσει μέσα στη θεωρία και στη γνώση.
Ο Ιταλός σκηνοθέτης του στυλιζαρισμένου Είμαι ο έρωτας και του εκρηκτικού Bigger Splash διαβάζει το συναίσθημα και αφηγείται την οικειότητα σε διασκευή της νουβέλας του Αντρέ Ασιμάν από τον Τζέιμς Άιβορι, σε ένα στόρι που θυμίζει πολύ το Μορίς από τα ’80s, ένα υπέροχο, αδίκως λησμονημένο gay ρομάντσο με τον Χιου Γκραντ. Η κλάση του Άιβορι αμβλύνει τους ακροβατικούς παροξυσμούς του Γκουαντανίνο και το υποψήφιο για Όσκαρ καλύτερης ταινίας ‒και νικητής των βραβείων κριτικών του Λος Άντζελες‒ Να με φωνάζεις με το όνομά σου» έχει την υφή μιας απαλής καταιγίδας, χωρίς θορύβους, φιοριτούρες και περιττά κλισέ. Αναδυόμενο μέσα από μια ονειρική πάχνη, γιορτάζει την απλότητα της ψυχικής προσέγγισης και το πάθος για σωματικό σμίξιμο, χωρίς να αναλώνεται σε ταξικές ανισορροπίες, χρονικούς προσδιορισμούς ή γεωγραφικές ιδιαιτερότητες, τοποθετημένο στην εξιδανικευμένη αρμονία που αναδίδει η φυσική καλλονή της Κρεμόνα. Αξίζει να σταθούμε στις τρεις καλύτερες και πιο κρίσιμες σκηνές. Στο «επεισόδιο με το ροδάκινο», που όσοι είχαν διαβάσει το βιβλίο αναρωτιούνταν πώς θα αποδοθεί, ο Άιβορι κλιμακώνει την εφηβική περιέργεια και ο Γκουαντανίνο ενορχηστρώνει την κάψα της επιθυμίας, ερμηνεύοντας μια μοναχική, φετιχιστική πράξη σε σέξι επίλογο συνωμοτικότητας. Στον μεγάλο μονόλογο του πατέρα του Έλιο προς τον γιο του, όταν του επισημαίνει πως το σπουδαίο τίναγμα προς τον έρωτα δεν το εγκαταλείπουν, υπονοώντας πως κάτι τέτοιο θα σήμαινε αυτο-προδοσία με συναισθηματικές συνέπειες ανεπούλωτες. Η συμβουλή, ως εξομολογητική διάλεξη μασκαρεμένη σε χειρονομία ζωής, περικλείει απίστευτη τρυφερότητα, υποδειγματική κατανόηση, μπλοκάροντας τον διδακτισμό και την υστεροβουλία ‒ είναι μια δύσκολη στιγμή που ερμηνεύει αξέχαστα και εγκάρδια ο Μάικλ Στούλμπαργκ. Τέλος, η επίσης μεγάλη σκηνή στο τζάκι, τον χειμώνα που ακολουθεί το καλοκαίρι της αφύπνισης, με τον Έλιο να δέχεται το τηλεφώνημα του απόντος Όλιβερ, να ταμπουρώνεται στη θλίψη του και να βρίσκει καταφύγιο σε μια γωνιά στο τζάκι. Η κάμερα, τοποθετημένη θαρρείς μέσα στη φωτιά που σιγοκαίει, στέκεται ακίνητη πάνω στο πρόσωπο που κλαίει και ο Στίβενς ακούγεται στο «Visions of Gideon», που θεωρώ ανώτερο και πιο ταιριαστό στη διφορούμενη, υποτιθέμενη συνέχεια που θα έχουν στη ζωή τους από το υποψήφιο για Όσκαρ Mystery of Love. «Is it a video, is it video» επαναλαμβάνουν οι στίχοι, παρηχώντας τον τίτλο, αφού έχει προηγηθεί, δις, το «I have loved you for the last time».
Παραπέμποντας στην εβραϊκή κουλτούρα των χαρακτήρων, ο Γεδεών κατατρόπωσε τους εχθρούς με μια χούφτα πολεμιστές και ο Έλιο, σιωπηλά πενθώντας, αναλογίζεται τις απώλειες, αν και βαθιά μέσα του γνωρίζει πως έχει βρει την πίστη, και τον εαυτό του. Ο Άρμι Χάμερ, επιτέλους, αξιοποιεί διαολεμένα και δημιουργικά το «ελάττωμα» της ομορφιάς του, ενώ ο υποψήφιος για Όσκαρ και κύριος αντίπαλος του Γκάρι Όλντμαν για το βραβείο πρώτου ανδρικού ρόλου, ο 22χρονος Τιμοτέ Σαλαμέ εκπλήσσει με την αίσθηση του μετέωρου ψυχισμού που συνεχώς υπαινίσσεται η σύγκρουση της καρδιάς με το μυαλό, με μια πρώιμη σοφία στις κινήσεις του ανάμεσα στους διαλόγους.