Με την ταινία Ο Κύριος και η Κυρία Αντελμάν σε σκηνοθεσία Νικολά Μπεντός, συνεχίζονται οι προβολές της κινηματογραφικής κοινότητας του ΔΟΕΠΑΠ-ΔΗΠΕΘΕ του Δήμου Βόλου.
Ο Κύριος και η Κυρία Αντελμάν είναι μια ολόδροση, ολόφρεσκη, αιχμηρή και φιλόδοξη δραματική κομεντί που εξυμνεί το ρόλο και την (εμβληματική) συμβολή μιας γυναίκας στη ζωή ενός άντρα
Μετά τον θάνατο του διάσημου συγγραφέα Βικτόρ Αντελμάν, ένας δημοσιογράφος επισκέπτεται τη χήρα του, τη Σάρα Αντελμάν, με την ελπίδα να της αποσπάσει ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες της κοινής, συζυγικής τους ζωής. Ήταν πίσω στο 1971, τότε που η Σάρα συνάντησε για πρώτη φορά τον Βικτόρ και στη συνέχεια έγινε η μούσα του. Αγάπησε με πάθος τόσο τον ίδιο όσο και τη δουλειά του – και παρά τις ενστάσεις των μελλοντικών της πεθερικών, οι δυο τους τελικά παντρεύτηκαν. Δεν θα ήταν ο ευκολότερος των γάμων ετούτος, κι ας κράτησε (με ένα μικρό διάλειμμα) σχεδόν 45 χρόνια.
Εγωκεντρική και ταραγμένη ψυχή, ο Βικτόρ αποδοκιμάζει και απορρίπτει τον μπουρζουαζισμό (ως αντίδραση στην εξέλιξη της σχέσης τους) της συζύγου του, καθώς ο ίδιος απολαμβάνει τη φήμη που του εξασφαλίζει η δουλειά του. Η γυναίκα που ήταν τόσο ελεύθερη και ανεξάρτητη, δίχως αναστολές, όταν την πρωτογνώρισε, τελικά τον οδηγεί στην πλήξη, τόσο που ο ίδιος να επιζητεί την προσοχή άλλων (ακόμα και πολύ νεώτερων) γυναικών ή να επιθυμεί ακόμα και να δει την τελευταία στην αγκαλιά κάποιου άλλου. Ο τρόπος που ο Βικτόρ επιλέγει να κάνει τη Σάρα να υποφέρει, είναι λες και σκόπιμα επιδιώκει να την πεισμώσει…
Αστεία, πανέμορφη, συγκινητική και τρομερά καλογραμμένη (το σενάριό της είναι η μεγάλη της δύναμη), η πρώτη σκηνοθετική απόπειρα του Νικολά Μπεντός (γιου του κωμικού Γκι Μπεντός), αποτέλεσε μια – αιφνιδιαστικά – ευχάριστη έκπληξη στα πλαίσια του 18ου Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου. Με σαφείς τάσεις για ένα ευφυές, αφομοιωτικό, (κατά διαστήματα) φρενήρες – όσο και προκλητικό – χιούμορ, ο δημιουργός αποφεύγει την παγίδα του να παρασυρθεί από το τελευταίο (ίσως χάρη και στην συνδρομή της συν-σεναριογράφου και συμπρωταγωνίστριάς του, Ντοριά Τιλιέρ – πρώην μοντέλου και πρώην παρουσιάστριας του «Δελτίου Καιρού» στο Canal Plus – με την οποία αποτελούν ζευγάρι και στη ζωή). Η ταινία του παραμένει απ’ την αρχή ως το τέλος στους σωστούς τόνους, διαθέτοντας απίστευτη ζωντάνια. Μια ζωντάνια που ξεπηδά μέσα από την υποδειγματική υπαινικτικότητα της διαβρωτικής της δραματουργίας. Και συγχρόνως, μια ιστορία άκρως «μελωδική». Κάθε φράση, κάθε πρόταση, κάθε ατάκα, μοιάζει τόσο προσεκτικά επιλεγμένη.
Οι επιθυμίες και τα συναισθήματα διεγείρονται μέσα από την μουσικότητα των λέξεων σε τούτο το πανέξυπνο και ευαίσθητο σενάριο. Οι αντιπαραθέσεις των χαρακτήρων ηχούν σαν ευχάριστο κουδούνισμα στα αυτιά σου και σε κάνουν να εκτιμάς ακόμη περισσότερο την γλυκόπικρη επίγευσή τους. Όλα τα «κεφάλαια» του έργου σε βυθίζουν, κατά κάποιον τρόπο, σε έναν ευεργετικό – όσο και στιβαρό – ρομαντισμό, απ’ τον οποίο δεν απουσιάζει η νοσταλγία και ο λυρισμός. Μια ωραία περιπέτεια 45 ετών, που δεν επιβαρύνεται στιγμή με αχρείαστους μελοδραματισμούς ή νευρωτικούς συναισθηματισμούς. Και τα πάντα βαίνουν… καλύτερα, με το πέρασμα του χρόνου. Τα χρόνια κυλούν στο πρόσωπο των δύο πρωταγωνιστών (απίστευτη η δουλειά που έχει γίνει με το μακιγιάζ τους) και η ένταση του «παιχνιδιού» τους αντηχεί πιο δυνατά!
Ο Κύριος και η Κυρία Αντελμάν βυθίζονται σε ένα δράμα ερωτικό και υπαρξιακό, πλημμυρισμένο από ανεπιτήδευτη ειλικρίνεια. Δίχως να ξεχειλίζει από ακρότητες, το σενάριο παραμένει ευθυγραμμισμένο με την – πολύ συγκεκριμένη – αλήθεια του. Και παρά το ότι ο θεατής στέκει χτυπημένος από την τραγωδία που πλήττει το ζευγάρι, οι δημιουργοί τον οδηγούν στο να μη το σκέφτεται και τόσο, καθώς ο τελευταίος – έκπληκτος – γίνεται μάρτυρας της (ευχάριστης) ανάκαμψης που επιχειρείται προς το τέλος τούτης της πολύ όμορφης Οδύσσειας δύο ιδιαίτερων ψυχών.